Ιστορία

Το Λυκούδι αποτελεί Δημοτικό Διαμέρισμα του Δήμου Ελασσόνας. Βρίσκεται βόρεια της Ελασσόνας σε απόσταση 14 χλμ. έχει 410 μ. υψόμετρο και αριθμεί 381 κατοίκους (2001).

Τις τελευταίες δεκαετίες ο πληθυσμός του Λυκουδίου παρουσιάζει φθίνουσα πορεία λόγω της έντονης μετανάστευσης και αστυφιλίας. Οι εναπομείναντες κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με τη γεωργία (σιτηρά, καπνός) και με την κτηνοτροφία, εκτροφή ζώων ελευθέρας βοσκής (αιγοπρόβατα, αγελάδες). Η πρώτη γραπτή ιστορική αναφορά ως τώρα για την ύπαρξη του Λυκουδίου καταγράφεται το 1454 με το όνομα «ΛΑΚΙΔΕ». Κατά τη χρονική αυτή περίοδο υπολογίζεται ότι το Λυκούδι ήταν χτισμένο στη θέση «ΜΠΙΣΤΕΡΙΑ», στο σημερινό δρόμο Λυκουδίου- Αζώρου κοντά στο νεκροταφείο του Αη-Θανάση. Στη συνέχεια εγκαταστάθηκαν και έχτισαν το νέο τους χωριό στην τοποθεσία «παλαιοχώρι» και «παλαιοκτίρια» (περιοχή προς το Δρυμό Ελασσόνας). Τον 18ο αιώνα υπολογίζεται ότι οι κάτοικοι εγκαταστάθηκαν στη σημερινή θέση. Την περίοδο αυτή το Λυκούδι αποτελεί κεφαλοχώρι, ύπαρξη ατομικής ιδιοκτησίας στη γη, η οποία δίνει την όποια οικονομική και πνευματική ανάπτυξη στους κατοίκους. Στα τέλη της τουρκοκρατίας το 1874 συναντάμε την ύπαρξη λειτουργίας σχολείου.
Παράλληλα έως και την απελευθέρωση του 1912 έχουμε 9 Λυκουδιώτες δασκάλους σε σύνολο 44 δασκάλων και 9 νηπιαγωγών. Μετά από 520 χρόνια οθωμανικής σκλαβιάς η περιοχή απελευθερώνεται 9-10 Οκτωβρίου του 1912 με τη Μάχη Σαρανταπόρου.
Κατά τη διάρκεια της εθνικής αντίστασης (1941 – 1944) η συντριπτική πλειοψηφία των κατοίκων πήρε μέρος στη αντίσταση στα πλαίσια του ΕΑΜ, ΕΛΛΑΣ, ΕΠΟΝ, ενάντια στους Γερμανούς και Ιταλούς κατακτητές. Μετά την απελευθέρωση (1944) πάρα πολλοί κάτοικοι διώχτηκαν για τη δράση αυτή. Οι διώξεις αυτές συνεχίστηκαν ως τα τέλη της δικτατορίας των συνταγματαρχών απο το 1967 – 74. Η μεταπολίτευση του 1974 δημιουργεί νέες προοπτικές για όλη την Ελλάδα. Το πανηγύρι που καθιερώθηκε το 1976 και πραγματοποιείται κάθε χρόνο στις 25 - 26 Ιουλίου (Αγίας Παρασκευής) απότελεί πόλο έλξης των λυκουδιωτών των αστικών κέντρων αλλά και των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής χάρη στο ιδιαίτερο κέφι και τη χαρά που σκορπά.